Μοιραστείτε το
Στα “θύματα” του Κλεισθένη δεν περιλαμβάνεται μόνο η δαιμονοποιημένη ενισχυμένη αναλογική στο σύστημα εκλογής των συμβουλίων αλλά και ένας πολύ θετικός θεσμός: Οι δημοτικοί και περιφερειακοί Συμπαραστάτες.
Ο θεσμός που καθιέρωσε ο “Καλλικράτης” και εγκαινιάστηκε το 2011 στη σύντομη ζωή του άφησε ένα αξιόλογο αποτύπωμα στη δημόσια διοίκηση. Στο DNA του θεσμού αυτού υπήρχε η συναίνεση και η ανεξαρτησία: Η εκλογή Συμπαραστάτη από τα δημοτικά και περιφερειακά συμβούλια απαιτούσε αυξημένες πλειοψηφίες, με στόχο να μην αρκεί η υπόδειξη του Δημάρχου ή του Περιφερειάρχη, αλλά να χρειάζεται και η συμφωνία μιας τουλάχιστον ακόμη παράταξης.
Η θέση των Συμπαραστατών υπεράνω δημάρχων και διοικήσεων, τους προσέδιδε κύρος στην τοπική κοινωνία και βέβαια την απαραίτητη πολιτική νομιμοποίηση και ταυτόχρονα τη θεσμική ανωτερότητα να γεφυρώνουν διαφορές μεταξύ πολιτών και υπηρεσιών, θεραπεύοντας την κακοδιοίκηση, χωρίς να τους φρενάρει η ιδιαίτερη σχέση με τον κάθε επικεφαλής δημοτικής και περιφερειακής αρχής.
Ήταν ένας απαιτητικός θεσμός, σύγχρονος και χρήσιμος στην τοπική κοινωνία, όμως βασιζόταν σε μια κουλτούρα συναινέσεων που ακόμη ο κόσμος της αυτοδιοίκησης δεν έχει ενστερνιστεί.
Επιπλέον, οι δήμαρχοι εξ αρχής αισθάνθηκαν ότι θα έχουν ένα περιττό πρόσωπο στα πόδια τους, να ελέγχει και να κάνει υποδείξεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Κεντρική Ένωση Δήμων Ελλάδος μόνο αρνητικές θέσεις και προτάσεις κατάργησης του θεσμού έχει διατυπώσει από το 2011 μέχρι σήμερα.
Τελικώς, πολλοί ΟΤΑ χρησιμοποίησαν ως πρόσχημα τις απαιτήσεις για αυξημένη πλειοψηφία με στόχο να μην αναδείξουν ποτέ Συμπαραστάτη. Κατά την τρέχουσα θητεία, μόνο 33 από τους 161 Δήμους που είχαν την υποχρέωση εξέλεξαν Συμπαραστάτη, ενώ καλύτερη ήταν η εικόνα στις Περιφέρειες, όπου 7 από τις 13 έχουν τοποθετήσει Συμπαραστάτες.
Το παράδοξο είναι ότι η ψήφιση του “Κλεισθένη Ι”, που καθιερώνει ως περίπου υποχρεωτικές τις διαπαραταξιακές συναινέσεις σε όλα τα επίπεδα της διοίκησης, ακύρωσε τον Συμπαραστάτη ως αποτυχημένο θεσμό.
Η αλήθεια είναι ότι τα δημοτικά και περιφερειακά συμβούλια που θα προκύψουν με το σύστημα της απλής αναλογικής θα μπορούσαν ευκολότερα να αναδείξουν συναινετικά Συμπαραστάτες, αφού ούτως ή άλλως οι παρατάξεις θα κληθούν στις περισσότερες περιπτώσεις να συμπράξουν για τη συγκρότηση του στενού πυρήνα της δημοτικής αρχής. Όμως οι προπομποί της συναίνεσης δεν αφέθηκαν να συνεχίσουν την πορεία τους στο θεσμικό οικοδόμημα της δημόσιας διοίκησης.
Ο “Κλεισθένης Ι” διατηρεί τη φιλοσοφία της εξωδικαστικής επίλυσης διαφορών μεταξύ πολιτών και ΟΤΑ, όμως αφαιρεί από τον θεσμό την εγγύτητα που είχε σήμερα με τους δημότες και επιπλέον την αυξημένη του πολιτική νομιμοποίηση.
Ο νέος θεσμός λέγεται Δημοτικός Διαμεσολαβητής και τα πρόσωπα που θα τον υπηρετούν θα είναι πολύ περιορισμένα. Στην Αττική προβλέπεται η ανάδειξη 8 Διαμεσολαβητών, ένας για κάθε Περιφερειακή Ενότητα και στην υπόλοιπη χώρα άλλοι 50 δημοτικοί Διαμεσολαβητές, ένας για κάθε νομό.
Το εκλεκτορικό σώμα για τους δημοτικούς Διαμεσολαβητές αποτελούν οι εξής: Οι εκπρόσωποι των δημοτικών συμβουλίων του νομού στην οικεία Περιφερειακή Ένωση Δήμων, πλην του Δημάρχου και το σύνολο των μελών των προεδρείων των δημοτικών συμβουλίων του οικείου νομού. Η εκλογή του προσώπου απαιτεί απόλυτη πλειοψηφία του σώματος, αλλά αν αυτό δεν καταστεί εφικτό επί δύο ψηφοφορίες, προβλέπεται τρίτη που αναδεικνύει ως Διαμεσολαβητή το πρόσωπο που συγκέντρωσε τις περισσότερες ψήφους.
Οι Περιφερειακοί Διαμεσολαβητές θα εκλέγονται όπως και σήμερα από τα Περιφερειακά Συμβούλια, με τη διαφορά ότι πλέον δεν απαιτείται ενισχυμένη πλειοψηφία, αλλά απλή.
Ενδιαφέρον έχει ότι τόσο οι δημοτικοί όσο και οι περιφερειακοί διαμεσολαβητές εκλέγονται για 5ετή θητεία, επομένως ασκούν τα καθήκοντά τους σε περίοδο πέραν της μίας αυτοδιοικητικής θητείας.
Ως απαραίτητα τυπικά προσόντα για τη θέση ορίζεται ότι οι υποψήφιοι πρέπει να διαθέτουν πτυχίο ή μεταπτυχιακό τίτλο στα αντικείμενα των νομικών, πολιτικών, διοικητικών ή οικονομικών επιστημών καθώς και επαγγελματική εμπειρία τουλάχιστον πέντε ετών στα αντικείμενα αυτά.
Διαμεσολάβηση χωρίς εγγύτητα
Το πραγματικά ενδιαφέρον στοιχείο που ανέδειξαν οι Συμπαραστάτες του Δημότη και της Επιχείρησης σε αυτή την 7ετή μέχρι σήμερα διαδρομή τους, ήταν η ιδιαίτερη σχέση τους με τις τοπικές κοινωνίες.
Τις περισσότερες φορές οι δημότες που χτυπούν την πόρτα των Συμπαραστατών έχουν αιτήματα που δεν σχετίζονται με τις αυστηρά προσδιορισμένες αρμοδιότητές τους.
Οι πολίτες έχουν όπως είναι ευνόητο αναπάντητα ερωτήματα για τον τρόπο λειτουργίας της δημοτικής διοίκησης, καταγγελίες για πράξεις ή παραλείψεις που ίσως δεν συνιστούν κάποια παρατυπία ή απλώς αισθάνονται αδικημένοι από την τρομακτική γραφειοκρατική μηχανή που πολλές φορές καταταλαιπωρεί τους ανθρώπους.
Οι Συμπαραστάτες, έχοντας μια διευρυμένη πολιτική νομιμοποίηση και άρα τα εχέγγυα της ανεξαρτησίας, ακόμη κι αν δεν άνοιγαν ποτέ τις υποθέσεις αυτές επισήμως, παρείχαν πολύτιμες συμβουλευτικές υπηρεσίες, αποκαθιστώντας κάπως τις σχέσεις της δημόσιας διοίκησης με τους πολίτες.
Οι νέοι Διαμεσολαβητές, άγνωστοι μεταξύ αγνώστων, με γραφείο στην πρωτεύουσα κάθε νομού ή στην έδρα κάθε Περιφερειακής Ενότητας, και επιλεγμένοι από ένα παντελώς άγνωστο εκλεκτορικό σώμα χάνει πολλά από τα πλεονεκτήματα του θεσμού που εισήγαγε ο “Καλλικράτης” το 2011.
Η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι πλέον κανείς δημότης δεν θα μείνει ακάλυπτος από την υπηρεσία αυτή. Μένει να αποδειχτεί αυτό και στην πράξη.
(Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Παλμός Γλυφάδας, 21 Ιουλίου 2018)