Συμπληρώνονται 85 χρόνια φέτος τον Οκτώβριο από την είσοδο της Ελλάδας στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και μια νέα έκδοση συνοψίζει με αξιόλογο τρόπο γεγονότα και συμπεράσματα της ιστορικής έρευνας για εκείνη την περίοδο. Συγγραφέας του βιβλίου είναι ο φιλόλογος του Λυκείου Βουλιαγμένης, Δημήτρης Γκίκας, ένας ακούραστος εκπαιδευτικός που εκτός από τις σπουδές του στη φιλολογία, τη θεολογία και τη φιλοσοφία, έχει εκπονήσει και διδακτορική διατριβή στην πολιτική φιλοσοφία.
Από την πληθωρική του συγγραφική δραστηριότητα ξεχωρίζει η νέα αυτή μονογραφία που απευθύνεται σε ένα ευρύτερο κοινό που ενδιαφέρεται για την ιστορία αλλά ειδικά σε νέους και νέες. Το βιβλίο του Δημήτρη Γκίκα χαρακτηρίζει ύποπτο και αντιφατικό τον ρόλο των συμμάχων της χώρας, θεωρώντας ότι η ιστορική αποτίμηση μέχρι σήμερα δεν έχει αποδώσει στο σημείο αυτό τη δέουσα σημασία.
Διατυπώνετε την εκτίμηση ότι ελληνικός λαός είναι ένας πολεμικός λαός. Τι σημαίνει αυτό;
Όταν λέω πολεμικός, δεν εννοώ ούτε πολεμοχαρής ούτε πολεμοκάπηλος. Εννοώ ότι ως κουλτούρα από την αρχαιότητα ακόμα είμαστε ένας λαός που έχει αποφασίσει να πολεμά για τις αξίες του, τον τρόπο ζωής και τα ιδανικά του, την ελευθερία και την ανεξαρτησία, την εδαφική ακεραιότητα, την εθνική ταυτότητα. Δεν το έκαναν όλοι οι λαοί αυτό, επειδή μετρούσαν δυνάμεις. Εμείς είχαμε τελείως διαφορετική κουλτούρα. Εννοώ αγωνιστικός, να αγωνίζεσαι γι’ αυτά που θεωρείς σημαντικά. Αυτό απέδειξαν οι Έλληνες και πριν 85 χρόνια, όταν ξεκίνησε ο ελληνοϊταλικός πόλεμος. Επιτρέψτε μου μια προσωπική παρέκβαση. Όταν άρχισα να χάνω το φως μου, είχα πάθει κατάθλιψη και το ένιωσα ως μεγάλο χτύπημα. Αισθάνθηκα ανήμπορος και για ένα διάστημα τα παράτησα. Θυμήθηκα όμως έναν θείο μου ο οποίος είχε πολεμήσει στη μάχη των οχυρών με τους Γερμανούς και είχε χάσει το ένα του μάτι στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Παρόλ’ αυτά, με ένα μάτι πήγε και πολέμησε μετά στην αντίσταση. Μετά μάλιστα από τον πόλεμο έγινε δάσκαλος και διευθυντής σχολείου. Και αναρωτήθηκα: «Εγώ θα σταματήσω να ζω; Με ποιο δικαίωμα;». Αυτό σημαίνει για μένα αγωνιστικότητα την οποία διδασκόμαστε από την ιστορία μας.

Ασκείτε κριτική στην πολιτική κατευνασμού που είχαν οι σύμμαχοι πριν την έναρξη του πολέμου. Αυτή η θέση θεωρείτε ότι έχει και σήμερα επικαιρότητα;
Πολύ μεγάλη. Κατ’ αρχάς η πολιτική του κατευνασμού που ακολούθησε για παράδειγμα ο λόρδος Τσάμπερλεν απεδείχθη καταστροφική. Ήταν ένα μεγάλο μάθημα της ιστορίας ότι ο κατευνασμός δεν οδηγεί ποτέ πουθενά, πρέπει να υπάρχουν κόκκινες γραμμές. Οι Άγγλοι επί χρόνια ακολουθούσαν μια πολιτική κατευνασμού φοβούμενοι έναν νέο πόλεμο. Κανείς δεν θέλει πόλεμο, αλίμονο. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι δεν θα αναγνωρίσεις τον κίνδυνο που υπάρχει. Είδαμε λοιπόν μια ολόκληρη αυτοκρατορία που ακολουθούσε πολιτική κατευνασμού και ένα μικρό κράτος που είπε «Όχι». Είναι μεγάλο μάθημα και για σήμερα αυτό. Ως χώρα ακολουθούμε μία συνεχόμενη πολιτική κατευνασμού, ειδικά απέναντι στην Τουρκία, που έχει αποδειχθεί καταστροφική. Ποτέ δεν είναι η πολιτική αυτή επωφελής για τη χώρα. Δεν υπάρχουν «ήρεμα νερά». Ρωτάνε κάποιοι: « Θα κάνουμε πόλεμο για ένα καλώδιο, για μια βραχονησίδα, για μια σημαία;». Όχι, δεν κάνεις πόλεμο γι’ αυτά, αλλά για την ανεξαρτησία σου και αυτά που συμβολίζει η βραχονησίδα και η σημαία, γι’ αυτό που θα σου προσέφερε οικονομικά το καλώδιο. Κάποια στιγμή όσο αναβάλεις τον πόλεμο και δεν προετοιμάζεσαι γι’ αυτόν, θα τον κάνει ο απέναντι τον πόλεμο.
Κάποιοι εκτιμούν ότι ο τρίτος παγκόσμιος πόλεμος πλησιάζει, αν δεν έχει ήδη φτάσει. Συμμερίζεστε αυτή την άποψη;
Είναι δύσκολη αυτή η απάντηση. Αυτή τη στιγμή έχει αλλάξει ο τρόπος του πολέμου, υπάρχουν πολλές διαφορετικές τακτικές και νέα τεχνολογία που έχει δημιουργήσει υβριδικές απειλές. Πόλεμοι που γίνονται εξ αποστάσεως χωρίς την παρουσία στρατού. Υπάρχουν επίσης καταστάσεις που γεωπολιτικά και στρατηγικά δεν συνιστούν πολεμικές ενέργειες. Θα έλεγα ότι αυτή τη στιγμή βιώνουμε μια παγκόσμια σύρραξη η οποία είναι ιδιόρρυθμη. Αυτό που διαπιστώνουμε είναι ότι σήμερα σημειώνονται πολλές περιφερειακές συγκρούσεις οι οποίες όμως αναπόφευκτα πια λόγω της παγκοσμιοποίησης επηρεάζουν τους πάντες ποικιλοτρόπως. Με αυτή την έννοια, ο τρίτος παγκόσμιος συμβαίνει ήδη. Με άλλο τρόπο φυσικά και όχι όπως συνέβαινε πριν 80 χρόνια.
Πραγματεύεστε κάποια θέματα για τα οποία η συζήτηση είναι ακόμη ανοιχτή, όπως ο εμφύλιος, και το κάνετε με μια αξιοπρόσεκτη αποστασιοποίηση. Ήταν μια δύσκολη επιλογή;
Θα έλεγα ότι ήταν μια τίμια επιλογή για κάποιον που γράφει σχετικά με ένα αντικείμενο που όπως σωστά θέσατε είναι ανοιχτό σε συζήτηση σήμερα. Δεν θέλω να επιρρίψω ευθύνες μόνο στη μία ή την άλλη πλευρά, έτσι κι αλλιώς είναι επιμερισμένες. Ο τρόπος με τον οποίο οδηγηθήκαμε σε αυτή τη σύγκρουση, η οποία μέχρι και σήμερα πονάει για πολλούς λόγους, ήταν ακριβώς το ότι δεν καταλάβαμε πως θα έπρεπε να δουλέψουμε μόνοι μας να τα βρούμε και όχι οι μεν να είναι όργανα των δυτικών συμμάχων, οι δε όργανα των ανατολικών. Αυτό θεωρώ ότι ήταν η κύρια αιτία. Έχουμε ανάγκη συμμάχους, πολεμάμε με τους συμμάχους αν χρειαστεί. Δεν πολεμάμε όμως ποτέ για τους συμμάχους. Αυτό για μένα είναι το πιο βασικό.