Connect with us

Hi, what are you looking for?

Δημοτικό Συμβούλιο

Ένας μικρός πόλεμος μνήμης στη Βούλα

Η μετονομασία των οδών ως πολιτική πράξη

Αναρωτηθήκατε ποτέ για ποιο λόγο οι ελληνικοί δρόμοι έχουν πραγματικά ονόματα ανθρώπων και δεν είναι απλώς αριθμημένοι, όπως π.χ. οι δρόμοι του Μανχάταν (όπου συναντάς τη διασταύρωση 5ης λεωφόρου και 53ης οδού); Προφανώς στη χώρα μας, όπως και στα περισσότερα μέρη του κόσμου, αξιοποιήθηκε αυτό το μικρό κομμάτι του δημόσιου χώρου ώστε όχι απλώς να επιτελεστεί μια πρακτική λειτουργία, δηλαδή ο προσανατολισμός στην πόλη και η διευκόλυνση των ταχυδρόμων, αλλά επιπλέον να αναδυθεί στο παρόν ένα μικρό κομμάτι του παρελθόντος, να ξαναζήσουν πρόσωπα που δεν υπάρχουν πια.

Η επιλογή ωστόσο των προσώπων που θα αναρτηθούν στις ταμπέλες των οδών δεν είναι μια τόσο απλή διαδικασία. Κάθε επιλογή προκρίνει κάτι και απορρίπτει κάτι άλλο. Οι προσωπικότητες που περνούν τη δοκιμασία αυτή γίνονται τελικά ένα μέρος της πολιτικής κουλτούρας της κάθε περιοχής. Αποτελούν κομμάτι μιας συλλογικής ταυτότητας που λαμβάνει επίσημο, κρατικό μανδύα. Στις περιπτώσεις μάλιστα της σύγχρονης ιστορίας, όπου σε αντίθεση με την αρχαιότητα, υπάρχουν διαφορετικές εκδοχές και ερμηνείες για τα γεγονότα και τους πρωταγωνιστές τους, αντανακλώντας ανταγωνιστικές πολιτικές θέσεις και παραδόσεις, μια επιλογή ονοματοδοσίας δρόμου μπορεί να αποτελέσει μια μικρή πολιτική πράξη.

Τις σκέψεις αυτές προκάλεσε το αίτημα που κατέθεσε προ ημερών παράταξη της αντιπολίτευσης στο Δημοτικό Συμβούλιο Βάρης Βούλας Βουλιαγμένης, με το οποίο ζητά να μετονομαστεί η οδός Ιωάννη Ράλλη στη Βούλα σε οδό Λέλας Καραγιάννη. Στο σκεπτικό της αναφέρει ότι «η ονοματοδοσία σε οδούς αποτελεί υψηλού συμβολισμού απόδοση τιμής, σε ανθρώπους που αποδεδειγμένα έχουν προσφέρει στην κοινωνία, τη χώρα και τον κόσμο» και ότι αντίθετα «η ονοματοδοσία σε οδούς η οποία αφορά ιστορικά πρόσωπα με καταγεγραμμένη συμμετοχή σε γεγονότα που έχουν κριθεί κατακριτέα δεν μπορεί να είναι αποδεκτή για κανένα λόγο». Ο μεν Ιωάννης Ράλλης υπήρξε ο κατοχικός πρωθυπουργός που ίδρυσε τα Τάγματα Ασφαλείας και ο οποίος καταδικάστηκε για προδοσία αμέσως μετά την απελευθέρωση, ως κορυφαίος των δωσίλογων και συνεργάτης των κατακτητών. Η δε Λέλα Καραγιάννη αντιστρόφως υπήρξε την ίδια περίοδο αντιστασιακός την οποία εκτέλεσαν οι Γερμανοί, μετά από κατάδοση των ταγματασφαλιτών.

Δεν είναι δύσκολο να αναπαραστήσει κανείς πώς το όνομα του Ιωάννη Ράλλη κατέληξε σε αυτό τον μικρό δρόμο της Βούλας. Πολλές δεκαετίες πριν, κάποιος υπάλληλος σε γραφειοκρατική αταραξία θα συμβουλεύτηκε έναν τυπικό κατάλογο των διατελεσάντων πρωθυπουργών της Ελλάδας και πιθανότατα ξεσήκωσε άκριτα ονόματα. Κατόπιν, κάποιο κοινοτικό συμβούλιο σε μια νυσταλέα του συνεδρίαση και με την αφέλεια της ιστορικής άγνοιας, θα ενέκρινε την εισήγηση χωρίς πολλά πολλά. Και τώρα;

Η περίπτωση της Βούλας δεν μοιάζει με τις ανά τον κόσμο καυτές πολιτικές αντιπαραθέσεις που έχουν ονομαστεί «πόλεμοι μνήμης» και εντάσσονται στην cancel culture, στο ακτιβιστικό ρεύμα δηλαδή αναθεώρησης των ιστορικών βεβαιοτήτων που αποδίδονται στην πατριαρχία και την παντοδυναμία της «λευκής υπεροχής». Κανείς στον Δήμο 3Β, ούτε και στη χώρα, δεν θα βρεθεί να υπερασπιστεί τον Ιωάννη Ράλλη και την πολιτική του κληρονομιά. Όμως το παράδειγμα του δωσίλογου Ράλλη δεν είναι μοναδικό. Η γαλλική πόλη Βισύ, στην οποία έστησε την έδρα της η κυβέρνηση της Γαλλίας που συνεργάστηκε με τους ναζί, αντιμετώπισε παρόμοια προβλήματα.

Η καθηγήτρια κοινωνικής ψυχολογίας στο Πάντειο Άννα Μαντόγλου παρατηρεί σε ένα σχετικό άρθρο της πως «όταν το παρελθόν δεν είναι ιδιαίτερα ένδοξο και αξιόλογο, όταν αυτό ντροπιάζει, υποβιβάζει ή διχάζει, τότε αναπτύσσονται στρατηγικές που αποσκοπούν στη διαγραφή των απειλητικών για την ταυτότητα της ομάδας γεγονότων». Η ιστορία άλλωστε είναι ένα «προϊόν μνήμης και αμνησίας» και η κοινωνική μνήμη είναι «μια κατασκευή του παρελθόντος όπου ενθυμήσεις επιλέγονται και πλαισιώνονται».

Η διοίκηση και τα δημοτικά όργανα θα αποφασίσουν το επόμενο διάστημα για την οδό Ράλλη. Προφανώς κρίνοντας το αίτημα θα πρέπει να σταθμίσουν τη χρόνια διαδικαστική ταλαιπωρία που περιμένει τους ενοίκους του δρόμου με την πιθανή αλλαγή της ταχυδρομικής τους διεύθυνσης. Όμως προκύπτουν και διαφορετικά ερωτήματα: Πού αποσκοπεί η διαγραφή του ονόματος «Ιωάννης Ράλλης» και η καταδίκη του στη λήθη; Θα συζητούσαμε σήμερα για τους συνεργάτες των κατακτητών ως αρνητικά ιστορικά παραδείγματα, αν δεν υπήρχαν πουθενά σημάδια τους; Αρκεί μια μετάθεση ονομάτων, από τον προδότη στην ηρωίδα, για να εξαγνίσουμε το παρελθόν και να του προσδώσουμε ένα νέο νόημα, ξορκίζοντας το κακό;

Ένα ενδιαφέρον παράδειγμα διαχείρισης της μνήμης έρχεται από το Μπρίστολ της Βρετανίας, όπου το 2020 διαδηλωτές αποκαθήλωσαν κατά τις κινητοποιήσεις του κινήματος Black Lives Matter, το μπρούτζινο άγαλμα ενός ονομαστού δουλεμπόρου και το βύθισαν στο λιμάνι αφού το περιέλουσαν με μπογιές. Το γλυπτό ανελκύθηκε και πλέον εκτίθεται στο μουσείο της πόλης, αφημένο σε οριζόντια θέση και με τις μπογιές των διαδηλωτών, ενώ πλαισιώνεται και με την ιστορία του κινήματος που οδήγησε στην επιχείρηση καταστροφής του. 

Advertisement

Newsletter

Η επικαιρότητα των 3Β κάθε Σάββατο στο email σας

Advertisement Enter ad code here
Advertisement