Μοιραστείτε το
Ημέρες κατάρτισης των κομματικών ψηφοδελτίων για όλες τις εκλογικές περιφέρειες ανά τη χώρα διανύουμε αυτή την εποχή και στα εκλογικά επιτελεία το κοινό πρόβλημα, το άγχος και η δυσκολία είναι ένα: Οι γυναίκες υποψήφιες που υποχρεωτικά πλέον πρέπει να ανέλθουν στο 40% της κάθε λίστας.
Πού έγκειται το «πρόβλημα»; Αφενός στο ότι αναλογικά λίγες γυναίκες είναι σήμερα πρόθυμες να εκτεθούν στον πολιτικό στίβο, σε αντίθεση με τους άνδρες που διαγκωνίζονται και ερίζουν για μια θέση στα ψηφοδέλτια. Και αφετέρου στο ότι η εκλογική επιρροή των γυναικών θεωρείται πιο περιορισμένη, γεγονός που πρώτες αντιλαμβάνονται οι ίδιες οι γυναίκες, διαισθανόμενες ότι έχουν μικρότερες πιθανότητες εκλογής. Έτσι, το πρόβλημα της υποεκπροσώπησης των γυναικών στην πολιτική παραμένει και αναπαράγεται.
Διότι ο νόμος μπορεί να υποχρεώσει τους συνδυασμούς να συμπεριλάβουν το κριτήριο του φύλου στην κατάρτιση των ψηφοδελτίων τους, δεν μπορεί όμως να υποχρεώσει και τους ψηφοφόρους την ημέρα των εκλογών να εκδηλώσουν την προτίμησή τους με ανάλογους περιορισμούς ή σκεπτόμενοι την κατά φύλα αναλογία της επόμενης Βουλής.
Διανύουμε λοιπόν μια εκπαιδευτική ή πειραματική περίοδο ως κοινωνία, όπου η πολιτεία ωθεί με τις ρυθμίσεις της προς μία κατεύθυνση, ανοίγοντας ένα δρόμο. Τα αποτελέσματα μέχρι στιγμής δεν είναι ενθαρρυντικά, αλλά κανείς δεν δικαιούται ακόμα να αξιολογήσει οριστικά το μέτρο.
Λίγοι συνειδητοποιούν πόσο βαθιές ιστορικά είναι οι ρίζες του αποκλεισμού των γυναικών από το δημόσιο χώρο και τα κέντρα λήψης αποφάσεων και στη χώρα μας. Η πρώτη φορά που σε επίπεδο βουλευτικών εκλογών γυναίκες άσκησαν σε επίπεδο επικράτειας πλήρη πολιτικά δικαιώματα, αυτά δηλαδή του εκλέγειν και εκλέγεσθαι, ήταν τον Φεβρουάριο του 1956. Σήμερα δηλαδή βρίσκονται εν ζωή χιλιάδες γυναίκες που έζησαν εκείνη την ημέρα ως μια μικρή πολιτική επανάσταση.
Το δικαίωμα του εκλέγειν (δηλαδή δικαίωμα συμμετοχής στις εκλογές ως ψηφοφόρος αλλά όχι ως υποψήφια) δόθηκε σε γυναίκες πρώτη φορά το 1930 στη χώρα μας αλλά μόνο για τις δημοτικές και κοινοτικές εκλογές του 1934 και μάλιστα με ρήτρα αποκλεισμού όσων γυναικών ήταν κάτω των 30 ετών και όσων δεν είχαν τελειώσει το δημοτικό σχολείο, ρυθμίσεις που σύμφωνα με μελετητές του θέματος περιόριζαν το εκλογικό δικαίωμα σε ένα ποσοστό μικρότερο του 10% του ενήλικου γυναικείου πληθυσμού της περιόδου.
Αντίστοιχα, η καθολική ανδρική ψήφος κατοχυρώθηκε στη χώρα μας με το Σύνταγμα του 1864. Ένας αιώνας περίπου θεσμικού αποκλεισμού των γυναικών από τον πολιτικό χώρο, μαζί φυσικά με ένα σύνολο κληρονομημένων πατριαρχικών αντιλήψεων και πρακτικών που ακόμη χαρακτηρίζουν την ελληνική κοινωνία σε πολλαπλά επίπεδα, οδηγούν στη σημερινή διπλή δυσκολία: Να προθυμοποιηθούν γυναίκες για τη συμμετοχή τους στα ψηφοδέλτια και να διεκδικήσουν επί ίσοις όροις τον σταυρό προτίμησης.
Κατά την τρέχουσα κοινοβουλευτική περίοδο στη Βουλή των Ελλήνων συμμετέχουν 65 γυναίκες (22% του συνόλου) και 235 άντρες. Στο κόμμα της Νέας Δημοκρατίας που πλειοψηφεί, η αναλογία των γυναικών βουλευτών είναι σημαντικά μικρότερη, μόλις 16%. Το ιστορικά υψηλότερο ποσοστό εκλεγμένων γυναικών στο ελληνικό κοινοβούλιο (23%) σημειώθηκε στις εκλογές του Ιανουαρίου 2015, με 70 βουλευτίνες.
Έχει ενδιαφέρον η συγκεκριμένη περίοδος διότι στις επαναληπτικές εκλογές που έγιναν τον Σεπτέμβριο του 2015 και οι οποίες βάσει της νομοθεσίας διεξήχθησαν με λίστα και όχι με σταυρό, η αναλογία των γυναικών έπεσε: Οι (άνδρες, πλην Φώφης Γεννηματά) αρχηγοί των κομμάτων που καθόρισαν τη σειρά εκλογής των υποψηφίων, διαμόρφωσαν μια Βουλή με 14 λιγότερες γυναίκες. Πολιτικές προϋποθέσεις για τη διεξαγωγή διπλών εκλογών (πρώτες με σταυρό και δεύτερες με λίστα) υπάρχουν και στην τωρινή εκλογική χρονιά.
Επιστημονικές μελέτες που έχει εκπονήσει το Κέντρο Ερευνών για Θέματα Ισότητας δείχνουν ότι σημαντικότερο εμπόδιο στην εκλογή μιας γυναίκας είναι η δυσπιστία με την οποία αντιμετωπίζεται λόγω φύλου. Η πολιτική θεωρείται ανδροκρατούμενο περιβάλλον, ενώ οι παραδοσιακοί ρόλοι που ακόμη επικρατούν, στερούν τον απαραίτητο χρόνο που απαιτείται για την πολιτική ενασχόληση ή τον προεκλογικό αγώνα.
Ο χώρος ακόμα διαιρείται με έμφυλα στερεότυπα, όπου το δημόσιο ανήκει στους άντρες, ενώ το ιδιωτικό συνδέεται με τις γυναίκες. Υπεύθυνες του νοικοκυριού, υπεύθυνες της ανατροφής των παιδιών και υποχρεωμένες παράλληλα να εργαστούν, οι σημερινές γυναίκες ασφυκτιούν χρονικά και σωματικά να αντεπεξέλθουν σε πολλαπλούς ρόλους.
Είναι σαφές ότι καμία αποσπασματική νομοθετική ρύθμιση δεν μπορεί να αναιρέσει στερεωμένες αντιλήψεις αιώνων ή πρακτικές καθημερινότητας που έχουν βαθιές κοινωνικές ρίζες και αναπαράγονται από γενιά σε γενιά, πολλές φορές υπό τον μανδύα της παράδοσης που εμφανίζει παρωχημένες αντιλήψεις ως θετικές. Το γεγονός όμως ότι η πρόβλεψη της ποσόστωσης στα ψηφοδέλτια φέρνει στην επιφάνεια το ζήτημα των έμφυλων στερεοτύπων και το πρόβλημα της γυναικείας υποεκπροσώπησης στην πολιτική είναι από μόνο του ένα θετικό πρώτο βήμα και ας μένει μέχρι στιγμής μετέωρο και ανολοκλήρωτο.
Αναδημοσίευση από την εφημερίδα Δημοσιογράφος, φύλλο 53, Φεβρουάριος 2023