Άλλη μια εθνική επέτειος εορτάστηκε χωρίς τη συμμετοχή της μαθητικής κοινότητας και του κόσμου στην Ελλάδα και στον Δήμο Βάρης Βούλας Βουλιαγμένης. Με αυτή την πικρή διαπίστωση ξεκίνησε τον πανηγυρικό της ημέρα ο Δήμαρχος Γρηγόρης Κωνσταντέλλος, που εκφωνήθηκε στην πλατεία Ηρώων της Βούλας, μετά από μια λιτή τελετή κατάθεσης στεφάνων από τους εκπροσώπους της δημοτικής αρχής και άλλους επισήμους.
Προηγήθηκε δοξολογία στον Ιερό Ναό Κοιμήσεως Θεοτόκου στη Βούλα, στην οποία χοροστάτησε ο Μετροπολίτης Γλυφάδας, Ελληνικού, Βούλας, Βουλιαγμένης και Βάρης, Αντώνιος.
Σε ένα λόγο κατάφορτο από ιστορικές αναφορές, ο Γρηγόρης Κωνσταντέλλος απέφυγε τα κλισέ, ισορροπώντας το βάρος της εθνικής μνήμης με το σύγχρονο περιεχόμενο που μπορεί να φέρει ο συμβολισμός της επετείου. Ολόκληρη η ομιλία του:
200 χρόνια σήμερα από την έναρξη της Επανάστασης του 1821, που αποτελεί το μεγαλύτερο ιστορικό γεγονός της νεώτερης Ιστορίας μας, αφού με αυτήν το Έθνος μας κατόρθωσε να αποκτήσει κρατική υπόσταση. Μαζί με την εθνική μας επέτειο γιορτάζουμε και τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου που συμβολικά ταυτίστηκε με την επανάσταση του λαού για να υποδηλώσει, ότι το Ευαγγέλιο της σωτηρίας του ανθρώπου εξομοιώνεται με την λύτρωση του έθνους από τη σκλαβιά.
Το Έθνος προϋπήρχε επί αιώνες και διατηρήθηκε παρά την υποδούλωση, γιατί διαφύλαξε πίστη, γλώσσα, ταυτότητα και ιστορική συνείδηση και όπως έγραψε ο Σπυρίδων Τρικούπης στην Ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης οι Έλληνες παρότι “δεσποζόμενοι” υπερείχαν και προόδευαν, ενώ οι Τούρκοι παρότι “δεσπόζοντες” παρέμειναν στάσιμοι.
Στα 400 χρόνια σκλαβιάς που ακολούθησαν την άλωση της Πόλης, οι Έλληνες κατόρθωσαν να μην αφομοιωθούν, αλλά να διατηρήσουν τη συνείδηση της εθνικής τους υπόστασης και να συγκεντρώσουν μέσα τους τεράστιες ηθικές και πνευματικές δυνάμεις κρατώντας “πάντα ανοιχτά, πάντα άγρυπνα τα μάτια της ψυχής τους” όπως έγραψε ο εθνικός μας ποιητής Διονύσιος Σολωμός.
Σ’ αυτό συνέβαλε και η Εκκλησία που στάθηκε αληθινή κιβωτός του έθνους, παρά τις αντίξοες συνθήκες και τις ανίερες αυθαιρεσίες από πλευράς των Οθωμανών, ενισχύοντας διαρκώς την πίστη των Ελλήνων με κάθε τρόπο.
Το βλέπουμε στα λόγια των πρωτεργατών της Επανάστασης :
“ Έλληνες ποτέ μην ξεχνάτε το χρέος σε Θεό και Πατρίδα. Σ’ αυτά τα δυό σας εξορκίζω ή να νικήσουμε ή να πεθάνουμε κάτω από τη σημαία του Χριστού” έλεγε ο Παπαφλέσσας στους πύρινους λόγους του. “ Ιδού ο Θεός μεθ ‘ ημών είναι” είπε ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης στον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη. Αλλά και ο Κωνσταντίνος Κανάρης: “Μια δύναμη θεϊκή με άρπαξε, με γιγάντωσε, μου έδωσε θάρρος για να φτάσω με το πυρπολικό μου στην τουρκική ναυαρχίδα. Εις το όνομα του Κυρίου φώναξα και πήδησα στη βάρκα”.
Παράλληλα οι φωτισμένες διδαχές του Πατροκοσμά του Αιτωλού και οι μεγάλοι διδάσκαλοι του γένους με τα κείμενά τους βοήθησαν στην πνευματική αφύπνιση των Ελλήνων.
Ο Ρήγας Φεραίος, ο Αδαμάντιος Κοραής, ο Ευγένιος Βούλγαρις, ο Άνθιμος Γαζής και άλλοι Έλληνες διαφωτιστές έκαναν πρόσφορο το έδαφος για να ριζώσει και να βλαστήσει ο σπόρος της Λευτεριάς.
Πολλές γενιές Ελλήνων γεννήθηκαν και πέθαναν με το όνειρο της Ελευθερίας, αυτό το όνειρο που διατράνωσαν οι Έλληνες της Πελοποννήσου όταν έγραφαν στην προκήρυξη του αγώνα “Ομοφώνως αποφασίσαμεν όλοι ή να ελευθερωθώμεν ή να αποθάνωμεν”
Χωρίς αμφιβολία ο αγώνας αυτός έχει την ουσία και τις διαστάσεις ενός θαύματος. “Γιατί στο θαύμα κι όχι στη λογική, χρωστάει την ανάστασή του το γένος” έγραψε ο στρατηγός Μακρυγιάννης. Η λογική έλεγε ότι η οποιαδήποτε προσπάθεια εξέγερσης απέναντι στην Οθωμανική αυτοκρατορία ήταν εκ των προτέρων καταδικασμένη, όπως είχε γίνει και στο παρελθόν με τα διάφορα προεπαναστατικά κινήματα. Επιπλέον η Ευρώπη, οι Μεγάλες Δυνάμεις της Ιερής Συμμαχίας (Αγγλία, Γαλλία, Ρωσία, Αυστροουγγαρία) ήταν εχθρικές απέναντι στην Επανάσταση.
Όμως με πίστη και με πείσμα, πέρα από κάθε λογική ο Έλληνας ζήτησε το αδύνατο και το θαύμα έγινε, το αδύνατο έγινε δυνατό γιατί: “όταν οι ολίγοι αποφασίσουν να πεθάνουν γι’ αυτήνη την Πατρίδα, λίγες φορές χάνουν και πολλές κερδαίνουν” .
Ο Μακρυγιάννης ξέροντας τη δύναμη της αυτοθυσίας που γεννιέται από την φιλοπατρία, είπε με θαυμαστή απλότητα μια αναμφισβήτητη ιστορική αλήθεια.
Όταν σε κρίσιμες στιγμές οι ολίγοι αποφασίσουν να πεθάνουν για την Πατρίδα, τότε ξεφεύγουν από τα συνηθισμένα μέτρα, γίνονται Θερμοπυλομάχοι, μεταβάλλονται σε ημίθεους και μπαίνουν στον χώρο των ηρώων.
Λαός που προχωράει στον θάνατο τραγουδώντας και χορεύοντας, όπως οι Σουλιώτισες στο Ζάλογγο, φλογίζει τις ψυχές των νέων και γίνεται πρότυπο για τις επόμενες γενιές.
Τον Φεβρουάριο του 1821 ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, επικεφαλής της Φιλικής Εταιρείας απευθύνει από το Ιάσιο της Βλαχίας την περίφημη επαναστατική του προκήρυξη “Μάχου υπέρ πίστεως και Πατρίδος, έγραφε, “η ώρα ήλθε, ω άνδρες Έλληνες, να καλέσουμε την Ελευθερία εις την γην της Ελλάδος”
Πρώτοι οι Μανιάτες στις 17 του Μάρτη, με αρχηγό τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, μετά τη δοξολογία στο ναό των Ταξιαρχών στην Αρεόπολη, ύψωσαν το λάβαρο του αγώνα και κήρυξαν τον πόλεμο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία σύμφωνα με την τοπική παράδοση. ΝΙΚΗ Ή ΘΑΝΑΤΟΣ το σύνθημά τους και όχι Ελευθερία η Θάνατος, γιατί ελεύθεροι ήταν πάντα οι Μανιάτες, όπως και η απόμερη αυτή γωνιά της όμορφης Πατρίδας μας η Μάνη.
Το νέο της κήρυξης της επανάστασης διαδόθηκε από τη Μάνη στην υπόλοιπη Πελοπόννησο.
Πρώτα στην Καλαμάτα, μετά στην Τριπολιτσά και στις 25 του Μάρτη στην Αγία Λαύρα δίνεται το σύνθημα και η φλόγα της επανάστασης ξεσπά και γρήγορα σκεπάζει όλη την Πελοπόννησο, την Στερεά Ελλάδα αλλά και τα νησιά. Απλοί καθημερινοί άνθρωποι γίνονται ήρωες και περνούν στο Πάνθεον της ιστορίας.
Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός στην Αγία Λαύρα, ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης στα Δερβενάκια, ο Νικηταράς στην Τριπολιτσά, ο Γρηγόριος Δικαίος η Παπαφλέσσας στην Καλαμάτα, ο Αθανάσιος Διάκος στην Αλαμάνα, ο Οδυσσέας Ανδρούτσος στο χάνι της Γραβιάς, ο Γεώργιος Καραϊσκάκης στην Αράχοβα, ο Μάρκος Μπότσαρης, ο Ανδρέας Μιούλης, ο πυρπολητής Κωνσταντίνος Κανάρης, η Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα, η Μαντώ Μαυρογένους και τόσοι άλλοι που έδωσαν τα πάντα στον αγώνα, ως και τη ζωή τους, έγραψαν σελίδες δόξας.
Οι Μανιάτες, οι Σουλιώτες, οι Ελεύθεροι πολιορκημένοι του Μεσσολογιού, το Αρκάδι και το Κούγκι άστρα φωτεινά στο στερέωμα της Ιστορίας μαρτυρούν πως η θέληση ενός λαού είναι ικανή να διδάξει, πώς να ζει κανείς ελεύθερος. Ο άνισος αγώνας και η πίστη στο “ελευθερία ή θάνατος” δημιουργούν συγκίνηση και ισχυρό ρεύμα Φιλελληνισμού στην Ευρώπη, μοναδικό στην παγκόσμια ιστορία.
Οι Έλληνες, ως γνωστοί απόγονοι των μεγάλων μορφών της αρχαιότητας που οι λαοί της Ευρώπης θαύμαζαν και μελετούσαν, θεωρώντας τους εμπνευστές των μεγάλων ιδεών και του πολιτισμού, συγκίνησαν ισχυρά άτομα που τάχθηκαν στο πλευρό τους και το θερμό φιλλεληνικό κίνημα απλώθηκε σε όλη την Ευρώπη και ανέτρεψε κάθε αρνητικό κλίμα που υπήρχε για την Επανάσταση.
Όμως εκτός από τη φωτεινή πλευρά της επανάστασης, θα πρέπει να αναφέρουμε και τη σκιώδη πλευρά της, που δεν είναι άλλη από τη δολερή διχόνοια ανάμεσα στους πολιτικούς και στρατιωτικούς, η οποία δίχασε τον τόπο, έβλαψε την επανάσταση και έθεσε σε κίνδυνο την επιτυχία της.
Όμως στο τέλος, όπως είπε και ο Καποδίστριας: “ο Θεός είναι μετά της Ελλάδος και υπέρ της Ελλάδος και αυτή σωθήσεται”
200 χρόνια συμπληρώνονται φέτος από τη συμβολική αυτή ημερομηνία έναρξης της Εθνεγερσίας του 1821, σε μια εποχή που η χώρα μας βιώνει μια πρωτόγνωρη οικονομική, κοινωνική και ηθική κρίση μέσα με μια παγκόσμια υγειονομική πανδημία που έφερε μεγάλες ανατροπές στην ζωή μας. Αυτή η μέρα μας υποχρεώνει, να αναζωπυρώσουμε την ιστορική μας κληρονομιά, αντιλαμβανόμενοι το ιερό μας χρέος, συνειδητοποιώντας την ταυτότητά μας και επαναπροσδιορίζοντας το ρόλο μας, ως έθνος και ως πολίτες.
Η 25η Μαρτίου 1821, ως σύμβολο διαχρονικής αντίστασης των Ελλήνων υπενθυμίζει το χρέος του ανθρώπου να πολεμήσει για το δίκαιο και την ελευθερία. Ένας λαός όμως γράφει την ιστορία του, όχι για να αφηγηθεί το παρελθόν του αλλά για να δηλώσει αυτό που θέλει να είναι στο μέλλον.
Η Ελλάδα επομένως δεν είναι μονάχα η παλαιά δόξα, αλλά η αδιάκοπη ζωή και δράση πάνω σ’ αυτή τη γη, που με τόσο αίμα ποτίστηκε. Κι οι ήρωες της Επανάστασης αν σήμερα τους ρωτούσαμε θα έλεγαν:
“ Έλληνες αν στ’ αλήθεια θέλετε να μας τιμήσετε μη μας τηράτε πλέον. Κάμετε το δικό σας δρόμο, πάτε μπροστά, αγωνιστείτε. Εμάς το έργο μας επέρασε και δε μοιάζει με το δικό σας. Μη σας λένε πως εμείς αγράμματοι με ένα ξεροκόμματο και με την πίστη στο Χριστό κάναμε θαύματα. Εμείς πολεμήσαμε για να έχετε εσείς γράμματα και το ψωμί που δεν είχαμε, για να μη χρειαζόμαστε θάματα, να ζήσετε μια ζωή ανθρώπινη. Εξ άλλου αποδείξαμε πως “η μεγαλοσύνη στους λαούς δε μετριέται με το στρέμμα, με της καρδιάς το πύρωμα μετριέται και με αίμα”.
Στους δύσκολους καιρούς που περνάμε σήμερα θα πρέπει να ανατρέξουμε στις αξίες και τα ιδανικά του ΄21, στο “εμείς” του Μακρυγιάννη, στη θυσία των αγωνιστών και να κρατήσουμε αυτά που μας ενώνουν και να αναλογιστούμε “τι χάσαμε, τι έχουμε και τι μας πρέπει.”
Το μήνυμα της 25ης Μαρτίου 1821 είναι πιο επίκαιρο από ποτέ. Μας καλεί να αγαπήσουμε πραγματικά τον συνάνθρωπό μας και την αποστολή μας και να επαναστατήσουμε σε κάθε νοσηρό φαινόμενο, που οδηγεί σε ηθική και κοινωνική κατάπτωση. Μας καλεί να αναλάβουμε τις ευθύνες μας και να βελτιωθούμε ως άτομα και ως πολίτες.
Ας εστιάσουμε στην παιδεία, ας ακολουθήσουμε την προτροπή του Αδαμάντιου Κοραή “δράξασθε παιδείας” που μας καθιστά σαφές πως μόνο μέσα από την παιδεία θα γίνουμε πραγματικά ελεύθεροι και θα μάθουμε να ενεργούμε σωστά. Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης αν και αγράμματος προέτρεψε τους νέους “να σκλαβωθούν στα γράμματα.”
“Οι καιροί ου μενετοί”, αναγκαία πλέον η αντίσταση σε οτιδήποτε μας υποδουλώνει πνευματικά και ψυχικά.
Οφείλουμε να διδαχθούμε από τις αρετές των προγόνων μας και να προσπαθήσουμε να κάνουμε πάλι την Ελλάδα μας μεγάλη, γιατί μέσα από τις δυσκολίες και τις αντιξοότητες γεννιέται η μεγαλύτερη ελπίδα.
ΤΙΜΗ ΚΑΙ ΔΟΞΑ ΣΤΗΝ ΑΔΟΥΛΩΤΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΨΥΧΗ
ΤΙΜΗ ΚΑΙ ΔΟΞΑ ΣΤΟΥΣ ΑΘΑΝΑΤΟΥΣ ΝΕΚΡΟΥΣ ΤΟΥ 21
ΖΗΤΩ Η ΕΛΛΑΔΑ
ΖΗΤΩ ΤΟ ΕΘΝΟΣ