Με ένα νησιώτικο γλέντι στην πλατεία Βούλας κορυφώθηκαν φέτος οι αποκριάτικες εκδηλώσεις του Δήμου Βάρης Βούλας Βουλιαγμένης. Μια μεγάλη συντροφιά που αγαπά και διαδίδει την παράδοση, ο Λαογραφικός Όμιλος Μαντηλάκι, ανέσυρε από τη Νάξο και θα παρουσιάσει ένα έθιμο των ημερών που τα έχει όλα: Μεταμφίεση, πειράγματα και πολύ χορό, τους «Κορδελάτους».
Μιλήσαμε με τον χοροδιδάσκαλο και ψυχή του συλλόγου, Νίκο Νικολόπουλο, έναν νέο άνθρωπο με σπουδές και αφοσίωση στο αντικείμενο, για το ρόλο του παραδοσιακού χορού στις μέρες μας και τη θέση των νέων ανθρώπων στη δραστηριότητα αυτή.

Από το χωριό στην πόλη
Η λαϊκή παράδοση σήμερα, όπως αναλύει, ως ζωντανός οργανισμός αφενός ζει και εξελίσσεται στο χωριό και αφετέρου έχει μεταφερθεί στην πόλη μέσω των πολιτιστικών και λαογραφικών ομίλων όπου έχει την ευκαιρία να ζήσει σε δεύτερη ύπαρξη:
«Ο ελληνικός παραδοσιακός χορός μέχρι και τις δεκαετίες και 1950 και 1960, χορευόταν στα χωριά και μάθαινε ο μεγαλύτερος τον μικρότερο, δεν υπήρχε ο χοροδιδάσκαλος. Πολύ γρήγορα όμως, η εκτίναξη της αστικοποίησης ώθησε τους ανθρώπους της πόλης με κοινή καταγωγή να μαζευτούν και να φτιάξουν έναν σύλλογο ώστε να διατηρήσουν τα έθιμα και τις παραδόσεις τους από το χωριό. Τότε δημιουργήθηκε η σύγχρονη έννοια του πολιτιστικού συλλόγου και αυτό το είδος χορού ξεκινά μια δεύτερη ζωή στην πόλη. Θα μπορούσε να είχε εξαφανιστεί. Τη δεκαετία του 1970 ταυτίστηκε δυστυχώς ο ελληνικός παραδοσιακός χορός με τη χούντα των συνταγματαρχών. Είναι χαρακτηριστικό ότι σήμερα άνθρωποι άνω των 60 και 70 ετών δεν θέλουν να χορέψουν γιατί τους θυμίζει εκείνη την εποχή.
Με τη μεταπολίτευση και τη δημοκρατία έψαξε και ο χορός να βρει το βηματισμό του. Το βρήκε με το Λύκειο Ελληνίδων και κάποια σωματεία μεγάλα. Τη δεκαετία του 1980 βγήκαν οι πρώτοι νόμοι για τα σωματεία που αναγνωρίζουν και τον χοροδιδάσκαλο, που απέκτησε υπόσταση ως επάγγελμα. Στο εξής σε συλλόγους μαθαίνουμε χορούς, παραδοσιακά έθιμα κ.λπ. Είναι ενδεικτικό ότι τα περισσότερα έθιμα αναφέρονται στην αγροτική ζωή, είναι δηλαδή ασύμβατα με την πόλη. Πολλές φορές ο πληθυσμός στο αστικό κέντρο τα αντιμετωπίζει με έναν εξωτισμό. Στη συνέχεια ο ελληνικός παραδοσιακός χορός διατηρήθηκε στην πόλη τις δεκαετίες του ’90 και του 2000 με την παράσταση και το σημείο αναφοράς μεταφέρθηκε από το πανηγύρι στη σκηνή και από τις παρέες στους θεατές. Ακόμη περισσότερο δίπλα στον θεατή πήρε τη θέση του και ο τουρίστας θεατής και ο ελληνικός παραδοσιακός χορός άρχισε να μετατρέπεται σε θέαμα ξεφεύγοντας από την άγραφη αποδεκτή διαδικασία στο γλέντι στο χωριό σε φολκλορική χορογραφία με σκοπό τον εντυπωσιασμό.
Παρά το γεγονός ότι ο ελληνικός παραδοσιακός χορός συμπεριλαμβάνεται στο αναλυτικό πρόγραμμα σπουδών όλων των τάξεων στη 12χρονη υποχρεωτική εκπαίδευση και αποτελεί αντικείμενο διδασκαλίας των καθηγητών φυσικής αγωγής στο δημοτικό, στο γυμνάσιο και στο λύκειο και παρά την πολύτιμη επιστημονική προσπάθεια που καταβάλλουν οι ΣΕΦΑΑ και τα ΤΕΦΑΑ των ελληνικών πανεπιστημίων με έρευνα και επιστημονικό ανθρώπινο δυναμικό, δεν αναπτύχθηκε κεντρικά ένα σχέδιο διάσωσης και οργάνωσης του λαϊκού μας πολιτισμού από το κράτος. Σημαντική εξέλιξη αποτελεί η προσπάθεια τα τελευταία χρόνια καταγραφής και ανάπτυξης του ευρετηρίου της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς της χώρας μας. Σημαντική προσπάθεια και συμβολή στην διατήρηση και διάδοση του είδους του ελληνικού παραδοσιακού χορού τόσο στην πόλη όσο και στο χωριό σήμερα καταβάλουν πολλοί δάσκαλοι με επιστημονικές γνώσεις και το βλέμμα στραμμένο στον εκάστοτε τόπο γέννησης του χορού».
Τι συμβολίζει όμως το μαντηλάκι και το έχει στην προμετωπίδα του ο σύλλογος; Απαντά ο Νίκος Νικολόπουλος:
«Είναι ένα αντικείμενο από μόνο του πολύ μικρό και ταπεινό. Δεν κυριαρχεί στο βλέμμα όταν δεις μια ομάδα που χορεύει. Ο θεατής εισπράττει το χορευτικό σύνολο, τις ενδυμασίες, τα όργανα. Και όμως, αν λείπει αυτό το μικρό αντικείμενο από το χέρι του πρώτου ή της πρώτης, ο χορός δεν είναι ο ίδιος. Είναι δηλαδή σαν ένα στοιχείο ταυτοτικό που ίσως δεν του δίνουμε μεγάλη σημασία αλλά κάνει όλη τη δουλειά. Πολλές φορές, όταν κλείσουν τα φώτα, θα το βρεις και πεταμένο κάτω μέχρι να έρθει ο επόμενος να το μαζέψει, να το πλύνει και να συνεχίσει. Το πάρε δώσε που γίνεται με το μαντηλάκι είναι και ένας συμβολισμός της ίδιας της παράδοσης. Εμείς παραλάβαμε τις παραδόσεις και τις παραδίδουμε στους επόμενους. Είναι λοιπόν ένα αντικείμενο στη σημερινή λειτουργία του ελληνικού παραδοσιακού χορού που έχει διατηρήσει την αξία του».
Μια αυτοέκφραση πιο οικεία
Ρωτάμε τι κάνει σήμερα τόσα νέα παιδιά να στρέφονται στους παραδοσιακούς χορούς. Και ο χοροδιδάσκαλος απαντά:
«Μπορεί να γίνει τρόπος έκφρασης. Μέσω αυτού του χορού, με τα γλέντια και τις παραστάσεις ο κόσμος εκφράζεται, όπως μπορεί να εκφραστεί και μέσα από το μπαλέτο ή το μπρέικ ντανς. Είδαμε στο γλέντι μας προ ημερών πολλά νέα παιδιά με τα όργανα μπροστά να χορεύουν και να ιδρώνουν. Σε μια χαρακτηριστική συζήτηση που είχα με το εφηβικό μας τμήμα, μου είπαν ότι δεν χάνουν γλέντι επειδή μπορούν να έρχονται σε επαφή με τις φίλους και τους χωρίς να χρειάζεται να υποδυθούν κάποιο ρόλο. στο κλαμπ μου είπαν ότι οι κοπέλες πρέπει να έχουν συγκεκριμένο ντύσιμο για να γίνουν αποδεκτές και τα αγόρια αντίστοιχα να βρίζουν χυδαία. Εδώ αισθάνονται πιο οικεία. Αυτό είναι το στοίχημα σήμερα. Πόσοι περισσότεροι θα δώσουν τα χέρια, πόσο θα μεγαλώσει ο κύκλος μας!».

Όσο για την αναβίωση των Κορδελάτων από τη Νάξο σχολιάζει:
«Στη Νάξο λένε ότι το έθιμο έχει ρίζες στις διονυσιακές γιορτές του νησιού. Σκοπός ήταν σε επίπεδο πειράγματος να πάνε ομάδες αγοριών από χωριό σε χωριό για να γνωρίσουν τις ελεύθερες κοπέλες. Τα αγόρια φορούν κορδέλες αποκριάτικες και χορεύουν συνοδεία παραδοσιακών οργάνων. Στο δρώμενο της Βούλας θα είμαστε μια ομάδα αντρών και αγοριών που θα κάνουμε την πατινάδα μας στην πλατεία Ιμίων και θα βρεθούμε στο κεντρικό σημείο με τα κορίτσια και τις κυρίες από τον σύλλογο και και όλοι μαζί θα χορέψουμε συρτούς, καλαμαθιανούς και βλάχες από τη Νάξο. Και μετά θα ακολουθήσει γλέντι για όλο τον κόσμο. Ο Δήμος Βάρης Βούλας Βουλιαγμένης συμβάλλει στο δρώμενο καθοριστικά με την παραδοσιακή ορχήστρα που θα δώσει τη δυνατότητα στον κόσμο να χορέψει ελεύθερα».