Ένα …φάντασμα πλανιέται πάνω από τη Βούλα, το φάντασμα της ΜΕΕΚΒ. Απασχολώντας τη νομική υπηρεσία του Δήμου και την τοπική επικαιρότητα για πάνω από μισό αιώνα, με αλλεπάλληλες αγωγές, διεκδικήσεις και δικαστικές διαφορές για τρία μεγάλα ακίνη- τα, την «Πηγάδα» (Ζεφύρου και λεωφ. Βουλιαγμένης), το «Καζίνο» (Νηρέως και λεωφ. Κ. Καραμανλή) και το παραλιακό οικόπεδο του «Νότος», η Μετοχική Εταιρεία Εκμεταλλεύσεως Κτήματος Βούλας, αποτέλεσε τουλάχιστον μέχρι το 2014 ένα από τα μεγάλα πολιτικά ζητήματα της περιοχής.
Η άβολη αλήθεια που κανείς αιρετός από τη δεκαετία του 1950 ως το 2014 ποτέ δεν παραδέχτηκε για ευνόητους λόγους είναι το απλό γεγονός ότι ο Δήμος ουδέποτε ήταν ιδιοκτήτης των διαμφισβητούμενων εκτάσεων. Ποτέ δηλαδή δεν είχε τίτλους ιδιοκτησίας, σε αντίθεση με τη ΜΕΕΚΒ που από το 1923 είναι κυρία των εκτάσεων αυτών –οι οποίες περιλαμβάνονταν σε μια ευρύτερη ιδιοκτησία– και μπόρεσε να το αποδείξει προσκομίζοντας έγκυρα έγγραφα ενώπιον της δικαιοσύνης.
Η σύσταση της εταιρείας το 1924 έγινε όταν οι πρώτοι της μέτοχοι εισέφεραν ως αρχικό της κεφάλαιο τις ιδιοκτησίες τους που είχαν αγοράσει 1923 από τη Μονή Πετράκη (περίπου 1.100 στρέμματα). Το ελληνικό Δημόσιο ενέταξε τις εκτάσεις αυτές της ΜΕΕΚΒ στο σχέδιο πόλης της Βούλας ήδη από το 1926.
Η ιδιοκτησία του ευρύτερου ακινήτου όπου σήμερα βρίσκεται το Notos κρίθηκε τελεσίδικα στα δικαστήρια υπέρ της ΜΕΕΚΒ το 2010
Δεύτερη άβολη αλήθεια είναι το γεγονός ότι έπειτα από αρκετές δεκαετίες δικαστικών διενέξεων, η ιδιοκτησία των τριών μεγάλων αυτών ακινήτων έχει τελεσίδικα κριθεί υπέρ της ΜΕΕΚΒ. Οι αμετάκλητες αποφάσεις της δικαιοσύνης εκδόθηκαν για την «Πηγάδα» το 2002, για το «Καζίνο» το 2004 και για το «Νότος» το 2010. Μέχρι σήμερα ο Δήμος αρνείται να προσδιορίσει οικοδομικές γραμμές και να δώσει στα ακίνητα αυτά όρους δόμησης.
Η ελληνική δικαιοσύνη (καλώς ή κακώς, αδιάφορη για την ουσία η αξιολόγηση των αποφάσεών της) έκρινε οριστικά τη ΜΕΕΚΒ ως ιδιοκτήτρια και πλέον το μόνο ζήτημα που απομένει να κριθεί είναι το αν θα επιστρέψει ο Δήμος χρήματα και πόσα στη ΜΕΕΚΒ από τα μισθώματα που εισέπραττε για ένα διάστημα από το κέντρο «Νότος», ενώ το ιδιοκτησιακό καθεστώς του ακινήτου είχε κριθεί. Άραγε «χάθηκε» κάποια δημοτική περιουσία με τις δικαστικές αποφάσεις αυτές; Δεν μπορεί να «χάσει» κανείς κάτι που ποτέ δεν είχε στην κατοχή του.
Η πιο ακριβής περιγραφή για την κατάληξη της υπόθεσης είναι ότι η Κοινότητα παλαιότερα και ο Δήμος κατόπιν απέτυχε να οικειοποιηθεί μια ιδιοκτησία άλλων την οποία εποφθαλμιούσε και διεκδίκησε. Τα επιχειρήματα άλλωστε που προέβαλλε από την αρχή στα αστικά δικαστήρια ο Δήμος ως το 2012 ήταν ότι οι εκτάσεις αυτές αφέθηκαν σε κοινή χρήση και ότι μπορούσε να τεκμηριώσει χρησικτησία. Ειδικά στην περίπτωση του «Νότος», ο φάκελος που τέθηκε υπόψη των δικαστών ήταν καλά στοιχειοθετημένος, στο βαθμό που αποδεικνύονταν εργασίες διαμόρφωσης του χώρου. Τα δικαστήρια πάντως σε πρώτο, δεύτερο βαθμό και σε επίπεδο Αρείου Πάγου δεν πείσθηκαν.
Άλλωστε, από το 2014 τροποποιήθηκε η υπερασπιστική γραμμή του Δήμου, ο οποίος πρόβαλε πλέον το επιχείρημα ότι τα ακίνητα αυτά τελικά ανήκαν στο ελληνικό Δημόσιο και τον ΕΟΤ και όχι στον ίδιο. Ως απόδειξη γι’ αυτό προσκομίσθηκε ένα παραχωρητήριο του ΕΟΤ προς τον Δήμο, το οποίο εμφανίστηκε αρχικά το 1993 από τον πρώην Δήμαρχο Άγγελο Αποστολάτο. Ωστόσο, το στοιχείο αυτό αποδείχθηκε ανίσχυρο μπροστά στην αρχική σύμβαση της ΜΕΕΚΒ με το Δημόσιο που αναγνώριζε την κυριότητά της, αλλά και με μια κατοπινή πράξη, την αποζημίωση για τις απαλλοτριώσεις που απαίτησε η διάνοιξη της παραλιακής λεωφόρου το 1959, την οποία εισέπραξε από το Δημόσιο η ΜΕΕΚΒ ως ιδιοκτήτρια.

Στο αρχικό πολεοδομικό σχέδιο της Βούλας των αρχών της δεκαετίας του ‘20 δεν υπήρχε παραλιακή λεωφόρος παρά μόνο τα οικόπεδα της ΜΕΕΚΒ, που επειδή έμειναν επί χρόνια αναξιοποίητα, η Κοινότητα και ο Δήμος Βούλας θεώρησε ότι του ανήκαν
Ένας διαδεδομένος τοπικός αστικός μύθος αναφέρει ότι η ατυχής για τον Δήμο κατάληξη των διεκδικήσεών του οφείλεται σε μια ερημοδικία, στο γεγονός δηλαδή ότι ο δικηγόρος του Δήμου δεν παρέστη στην αρχική εκδίκαση μιας αγωγής για το «Νότος» το 2001. Μολονότι αυτό συνέβη (για λόγους που έχουν διευκρινιστεί και δεν συνιστούν κάποιο «σκάνδαλο»), η πραγματικότητα είναι ότι με προδικαστική του απόφαση το Εφετείο Αθηνών «εξαφάνισε» κατά τη νομική ορολογία εκείνη του την απόφαση και το Εφετείο δίκασε εκ νέου την υπόθεση σε πρώτο και τελευταίο βαθμό, εξετάζοντας τα πάντα από την αρχή. Η απόφαση αυτή του 2005 –παρόντος αυτή τη φορά του Δήμου– εκδόθηκε υπέρ της ΜΕΕΚΒ, κάτι που επικύρωσε και ο Άρειος Πάγος το 2010.
Ένας δεύτερος μύθος περί τη ΜΕΕΚΒ είναι ότι το καθεστώς της, ότι δηλαδή τελεί υπό εκκαθάριση από τη δεκαετία του 1930, την απονομιμοποιεί από το να έχει περιουσία και να την εκμεταλλεύεται. Αποδεικνύεται όμως ότι η ελληνική δικαιοσύνη έχει διαφορετική άποψη, καθώς δέχεται τη νομική της υπόσταση αναγνωρίζοντάς την πλήρως. Το ίδιο όμως έχει πράξει και η πρώην Κοινότητα Βούλας, όταν με την ήδη τότε υπό εκκαθάριση εταιρεία υπέγραψε το 1960 ένα συμβόλαιο με το οποίο η Κοινότητα έλαβε ακίνητα ως εξόφληση οφειλής της εταιρείας για κοινόχρηστα έργα.
Από εκείνο το συμβόλαιο προέκυψε και το μοναδικό σε εκκρεμότητα δικαίωμα του Δήμου επί ακινήτων της ΜΕΕΚΒ και συγκεκριμένα την «Πηγάδα». Το δικαίωμα όμως αυτό η Κοινότητα Βούλας επί επταετίας το απεμπόλησε, αρνήθηκε δηλαδή τότε να το ασκήσει, ενώ η μετέπειτα διεκδίκηση του ακινήτου δεν καρποφόρησε δικαστικά.
Αναδημοσίευση από την εφημερίδα Δημοσιογράφος, φύλλο 36, Σεπτέμβριος 2021