Μοιραστείτε το
Η συζήτηση για τα πλεονεκτήματα μιας ενιαίας εμφάνισης για τους μαθητές των δημόσιων σχολείων, της κακόφημης «ποδιάς» που καταργήθηκε το 1982 στο κλίμα της μεταπολιτευτικής αναθεώρησης του παρελθόντος, είναι και πάλι εδώ. Σε δύο δημοτικά σχολεία της περιοχής έχει ήδη τεθεί επισήμως υπό συζήτηση, στο μεν Δημοτικό Βουλιαγμένης με πρωτοβουλία της διεύθυνσης, στο δε 4ο Δημοτικό Βούλας με πρωτοβουλία του Συλλόγου Γονέων και Κηδεμόνων.
Αυτό που συζητά ανοιχτά μερίδα εκπαιδευτικών και γονέων είναι ότι μια περιποιημένη κοινή και μοντέρνα ή αθλητική εμφάνιση για τα παιδιά με το λογότυπο του σχολείου σε εθελοντική βάση, θα ήταν μια καλή ιδέα. Απέναντι σε αυτές τις εισηγήσεις, εγείρονται σημαντικές αντιρρήσεις και ένα νέο πεδίο διαλόγου και τοπικής αντιπαράθεσης έχει ανοίξει.
Το πρώτο επιχείρημα υπέρ της στολής είναι η πρακτικότητα. Είναι σε πολλά σπίτια συνηθισμένες οι πρωινές διαφωνίες και οι στενοχώριες για την επιλογή του σωστού ρούχου. Περαιτέρω, η ίδια άποψη συνεχίζει ότι με την ενιαία σχολική εμφάνιση εκλείπει ο ανταγωνισμός στο προαύλιο με τα επώνυμα ενδύματα που προσθέτει πίεση στα οικονομικά των γονιών και ένα πεδίο ανταγωνισμού μεταξύ των παιδιών, άδικο για τα μη εύπορα παιδιά. Με τον τρόπο αυτό η άμιλλα των μαθητών μπορεί να μετατοπιστεί από το επίπεδο της εμφάνισης, αφού αυτή είναι ομοιόμορφη για όλους, σε πιο ουσιαστικά και δημιουργικά επίπεδα: Στη σχολική επίδοση, στη φιλοτιμία κ.ο.κ.
Ως υπόβαθρο της συζήτησης για την ενιαία εμφάνιση των μαθητών υπάρχει μια ηθική ανησυχία, μια αγωνία για κάποια έκπτωση αξιών που διαγιγνώσκεται στη νέα γενιά. «Δεν χρειάζονται οι πασαρέλες στα σχολεία», είναι μια από τις εκφράσεις αυτού του επιχειρήματος το οποίο ναι μεν έχει ως αφορμή την επίδειξη ακριβών ρούχων όμως επεκτείνεται περισσότερο στην εμφάνιση των κοριτσιών και στα μέρη του σώματος που αφήνουν ακάλυπτα. «Τα κορίτσια δεν θα φοράνε σορτσάκια κοντά, γιατί δεν συνάδει με τη μαθητική τους ιδιότητα», αναφέρεται για παράδειγμα σε μήνυμα του Δημοτικού Βουλιαγμένης που απευθυνόταν στους γονείς προτείνοντας την υιοθέτηση μιας ομοιόμορφης ενδυμασίας.
Η στολή, ένα αποδεικτικό μιας δομημένης δομής και ένα δείγμα ευπρέπειας, θεωρείται ότι εμφυσά στα παιδιά μια νοοτροπία λιγότερο ατίθαση και όχι ευεπίφορη στην πρόκληση. Κατά έναν τρόπο γονείς και εκπαιδευτικοί μεταθέτουν σε έναν κανονισμό να επιβάλει μια ηθική πειθαρχία αφού οι ίδιοι δεν το καταφέρνουν. Σύμφωνα με άλλες γνώμες γονέων, τα παιδιά και χωρίς τη στολή επιδιώκουν την ομοιομορφία στην εμφάνισή τους, και για το λόγο αυτό επιλέγουν ρούχα και αξεσουάρ της μόδας. Τέλος, ένα επιχείρημα είναι ότι η ενδυματολογική ομοιομορφία ενισχύει το αίσθημα του ανήκειν και της ομαδικότητας, ακριβώς όπως κάθε αθλητικός σύλλογος έχει μία εμφάνιση.
Σε όλα τα παραπάνω υπάρχει ισχυρός αντίλογος. Αρχικά, η άλλη άποψη αντιτείνει ότι οι κοινωνικο-οικονομικές ανισότητες μεταξύ των μαθητών δεν εξαφανίζονται με μια στολή, απλώς καμουφλάρονται, αν δεν αντανακλώνται την ίδια στιγμή σε άλλα αντικείμενα: Στα παπούτσια, στο ρολόι, στο μπουφάν κ.ο.κ.
Άλλωστε το προσωπικό ντύσιμο είναι μια μορφή αυτοέκφρασης, ένα στίγμα ταυτότητας που εκπέμπει ο μαθητής και η μαθήτρια σε έναν περιβάλλον γεμάτο από υποχρεώσεις και περιορισμούς. Σε ένα σχολείο που υμνεί τη διαφορετικότητα ως ανθρώπινη αξία, η επιστροφή στην ομοιόμορφη ενδυμασία μοιάζει παράταιρο μέτρο και όχι μια σπονδή στην ομαδικότητα. «Στολές φορούν οι φαντάροι και οι φυλακισμένοι» ακούγεται από την ίδια αυτή οπτική, θυμίζοντας το ιστορικό φορτίο της παλιάς ποδιάς, που συνδέεται με την εποχή της επταετίας και ένα περιβάλλον πειθαρχίας που απέχει πολύ από τις σύγχρονες παιδαγωγικές αντιλήψεις.
Δεν φαίνεται να έχουν γίνει επιστημονικές έρευνες στη χώρα μας για τη θετική ή αρνητική επίδραση της στολής στα ιδιωτικά σχολεία, όπου εφαρμόζεται υποχρεωτικά για τον μαθητικό πληθυσμό. Πάντως, μία πρόσφατη (2022) μεγάλη μελέτη στις ΗΠΑ υποστηρίζει ότι η ομοιόμορφη ενδυμασία στα σχολεία δεν επιφέρει καμία αλλαγή συμπεριφοράς ή στάσεων στους μαθητές και μαθήτριες. Επιπλέον, αν η ηθικολογία για τα γυμνά μέρη του σώματος λάβει τη μορφή ενός περιοριστικού μέτρου, απλώς καταστέλλει έναν νέο κώδικα επικοινωνίας που ίσως οι γονείς δεν αντιλαμβάνονται. Και βέβαια η ενιαία ενδυμασία δεν θα αποτρέψει το διαφορετικό ή «προκλητικό» ντύσιμο μετά το σχόλασμα, εκτός αν θεωρείται ο σχολικός χώρος ένα ιερό μέρος, η είσοδος στο οποίο απαιτεί κάποιο είδος κομφορμισμού.
Ένα ενδιαφέρον σημείο στη συζήτηση αυτή είναι ότι όσοι εισηγούνται την ομοιόμορφη ενδυμασία, περιορίζουν το μέτρο στο δημοτικό σχολείο, σαν να παραδέχονται ότι θα ήταν αδύνατο να επεκταθεί στους εφήβους των γυμνασίων και των λυκείων. Όμως υπό την οπτική της προσωρινότητας, τα όποια οφέλη του μέτρου – πλην αυτού της πρακτικότητας για τους γονείς – σχετικοποιούνται. Επιπλέον, εφόσον δεν υπάρχει δηλωμένη κάποια κυβερνητική πρόθεση να επαναφέρει διά νόμου τις στολές, ο προαιρετικός χαρακτήρας αυτών των πρωτοβουλιών υπονομεύει καίρια την όποια αποτελεσματικότητά τους. Η δημιουργία δύο ομάδων μαθητών, αυτών με στολή και εκείνων χωρίς, είναι από μόνη της ένα πρόβλημα.